Κάποτε η Γερανίου, η Σοφοκλέους και η Ευριπίδου ήταν οι δρόμοι στους οποίους η ελληνική επαρχία συναντούσε τα μεγάλα μεγέθη, τον πολύ κόσμο, τα πολλά καταστήματα, τις πολλές πραμάτειες. Δίνονταν τα ραντεβού στις γωνιές τους που ήταν πασίγνωστες, για να μη χαθούν τα πατριωτάκια. Οι περισσότερες από τις παλιές ασπρόμαυρες ταινίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον ένα γενικό πλάνο της Πλατείας Ομονοίας. Σφραγίδα της πόλης, σήμα κατατεθέν της τότε, δίπλα στον Παρθενώνα.
Άλλαξαν οι συνθήκες. Απομακρύνθηκε από το ιστορικό κέντρο η ανερχόμενη μικροαστική τάξη. Οι νέοι κάτοικοι έρχονταν από άλλες χώρες. Απέμειναν ελάχιστοι από τους παλιούς. Αυτούς βρήκε ο φακός της εκπομπής του Παύλου Τσίμα για να συμπληρώσουν την εικόνα της περιοχής με την εμπειρία τους και, όπως αποδείχθηκε, με την ψυχραιμία και το νηφάλιο πνεύμα τους.
Ουδείς εξ αυτών επισήμανε ως πρόβλημα την παρουσία των μεταναστών, αλλά την αλόγιστη και απάνθρωπη συσσώρευσή τους χωρίς καμία φροντίδα για το πώς θα επιβιώσουν.
Η κ. Μαρία Μεϊμάρογλου, 92 ετών, που έζησε όλη της τη ζωή στην ίδια πολυκατοικία χωρίς να καταλάβει καλά καλά πότε έφυγαν οι παλιοί ένοικοι και ήρθαν οι νέοι από άλλες χώρες, κυκλοφορεί με το μπαστουνάκι της, προσφέρει και ένα πιάτο φαΐ.
Ο δημοσιογράφος της ΕΡΤ Προκόπης Δούκας, ο οποίος αρνήθηκε να αλλάξει γειτονιά, εξηγεί ότι «δεν είναι πρόβλημα μεταναστών, αυτό που υπάρχει στην περιοχή. Οι μετανάστες είναι το ντεκόρ γι΄ αυτό που συμβαίνει». Για τα κυκλώματα που χάνονται μέσα στη μεγάλη συγκέντρωση απελπισμένων και κάνουν στη σκιά το εμπόριό τους. Ναρκωτικά. Μεγάλος τζίρος.
Ο φακός δείχνει την ανθρώπινη εξαθλίωση παντού. Μετανάστες που επιβιώνουν σε άθλιες συνθήκες, παγιδευμένοι στην Ελλάδα, αφού δεν τους επιτρέπεται να μετακινηθούν σε άλλον τόπο.
Σε κανέναν δεν αρέσει η Ελλάδα. Δεν μπορούν να ζήσουν. Ψάχνουν τρόπο να το σκάσουν και πάλι.
Όλα αυτά ξεδιπλώθηκαν μαζί με τις εικόνες της αθλιότητας, τέτοιες που δεν τις σηκώνει ο ανθρώπινος νους ότι υπάρχουν δίπλα μας. Δεν ήταν εικόνες φτώχειας, ήταν εικόνες νοσηρότητας.
Χώθηκε ο φακός τής «Έρευνας» σε δωμάτια των 40 τετραγωνικών όπου κοιμούνται 45 άτομα, Αφγανοί, στοιβαγμένοι μέσα στη βρώμα, πληρώνοντας 50 ευρώ το κεφάλι. Φυσικά πρόκειται για επιχείρηση που έχει στήσει συμπατριώτης τους. Όποιος προλάβει πρώτος μηχανεύεται τον τρόπο να απομυζήσει τους πιο εξαθλιωμένους από αυτόν. Έτσι κι αλλιώς σε αυτούς τους δρόμους, σε αυτές τις συνθήκες τίποτε ανθρώπινο δεν ισχύει, πόσω μάλλον οι νόμοι.
Το γκέτο είναι όρος πολιτικός θα πει στον φακό της «Έρευνας» η Αφροδίτη Αλ Σαλέχ του περιοδικού «Διαβατήριο». Χωρίς μεταναστευτική πολιτική, η Ελλάδα επιτρέπει τη συσσώρευση μεταναστών σε μια περιοχή, χωρίς καμία τάξη, ανθρώπινες συνθήκες και ελπίδα να μετακινηθούν.
ΠΟΠΗ ΔΙΑΜΑΝΤΑΚΟΥ, ΤΑ ΝΕΑ, 24.10.2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου