Αδιαμφισβήτητα η φλόγα της ελευθερίας κορώνει και συντηρείται χάρη
στην αρειμάνια, την ηρωική και αυτοθυσιαστική προσωπικότητα των
πολεμιστών που αποτέλεσαν την μαγιά εκείνη, η οποία σήκωσε τα όπλα και
διεκδίκησε το πολυτιμότερο αγαθό.
Το πνεύμα αυτοθυσίας και αυταπάρνησης που παρατηρεί οποιοσδήποτε τύχει να αναγνώσει είτε τις ιστορικές καταγραφές και μαρτυρίες είτε τα απομνημονεύματα πρωταγωνιστών της 9χρονης πάλης κατά των οθωμανών, είναι διάχυτο σε όλες τις εκφάνσεις του ηρωικού αγώνα, στις μάχες, στην κλεφτουριά, στις καλές και στις κακές στιγμές.
Προσεγγίζοντας το θέμα με σεβασμό και δέος, εύκολα διαπιστώνει κανείς ότι οι ήρωες του 1821 ήταν άνθρωποι που εμφορούνταν από συγκεκριμένες αξίες, είχαν γαλουχηθεί με συγκεκριμένα ιδανικά και όταν το Γένος τους χρειάστηκε, δεν δίστασαν να δώσουν και τη ζωή τους ακόμη, προκειμένου να εξυπηρετήσουν τους σκοπούς της Επαναστάσεως. Θα πρέπει όμως να εντρυφήσει κανείς ενδελεχώς στα γεγονότα και θα γίνει αμέσως πασίδηλο ότι πέρα από οποιαδήποτε σκοπιμότητα επέδειξαν κάποιοι πολιτικάντηδες της εποχής, αυτοί που θυσιάστηκαν δεν ήταν ερασιθάνατοι, ούτε μεμψίμοιροι.
Άφησαν πίσω περιουσίες, με τις οποίες αποκτήθηκαν τα όπλα και τα πυρομαχικά του Αγώνα, άφησαν οικογένειες και πολλοί άφησαν και τον τρόπο ζωής τους. Δεν προτίμησαν δηλαδή να συμβιβαστούν και να παραμείνουν «αφέντες» των υποδούλων, αλλά ξεχύθηκαν με την ίδια ορμή όπως αυτός που δεν έχει τίποτα να χάσει.
Τόσο ο φτωχός Έλληνας όσο και ο προεστός και ο καραβοκύρης, έθεσαν εαυτόν στην υπηρεσία του Έθνους, εμποτίστηκαν από την πυρκαγιά της Απελευθέρωσης και πολέμησαν σαν να μην υπήρχε αύριο. Αυτοί οι συλλογισμοί είναι και η καλύτερη απάντηση προς όλους αυτούς που διεθνιστικά και ανθελληνικά προπαγανδίζουν πως ο ξεσηκωμός του Γένους ήταν «ταξική πάλη» χωρίς στοιχεία εθνικά ή πατριωτικά.
Το πνεύμα αυτοθυσίας και αυταπάρνησης που παρατηρεί οποιοσδήποτε τύχει να αναγνώσει είτε τις ιστορικές καταγραφές και μαρτυρίες είτε τα απομνημονεύματα πρωταγωνιστών της 9χρονης πάλης κατά των οθωμανών, είναι διάχυτο σε όλες τις εκφάνσεις του ηρωικού αγώνα, στις μάχες, στην κλεφτουριά, στις καλές και στις κακές στιγμές.
Προσεγγίζοντας το θέμα με σεβασμό και δέος, εύκολα διαπιστώνει κανείς ότι οι ήρωες του 1821 ήταν άνθρωποι που εμφορούνταν από συγκεκριμένες αξίες, είχαν γαλουχηθεί με συγκεκριμένα ιδανικά και όταν το Γένος τους χρειάστηκε, δεν δίστασαν να δώσουν και τη ζωή τους ακόμη, προκειμένου να εξυπηρετήσουν τους σκοπούς της Επαναστάσεως. Θα πρέπει όμως να εντρυφήσει κανείς ενδελεχώς στα γεγονότα και θα γίνει αμέσως πασίδηλο ότι πέρα από οποιαδήποτε σκοπιμότητα επέδειξαν κάποιοι πολιτικάντηδες της εποχής, αυτοί που θυσιάστηκαν δεν ήταν ερασιθάνατοι, ούτε μεμψίμοιροι.
Άφησαν πίσω περιουσίες, με τις οποίες αποκτήθηκαν τα όπλα και τα πυρομαχικά του Αγώνα, άφησαν οικογένειες και πολλοί άφησαν και τον τρόπο ζωής τους. Δεν προτίμησαν δηλαδή να συμβιβαστούν και να παραμείνουν «αφέντες» των υποδούλων, αλλά ξεχύθηκαν με την ίδια ορμή όπως αυτός που δεν έχει τίποτα να χάσει.
Τόσο ο φτωχός Έλληνας όσο και ο προεστός και ο καραβοκύρης, έθεσαν εαυτόν στην υπηρεσία του Έθνους, εμποτίστηκαν από την πυρκαγιά της Απελευθέρωσης και πολέμησαν σαν να μην υπήρχε αύριο. Αυτοί οι συλλογισμοί είναι και η καλύτερη απάντηση προς όλους αυτούς που διεθνιστικά και ανθελληνικά προπαγανδίζουν πως ο ξεσηκωμός του Γένους ήταν «ταξική πάλη» χωρίς στοιχεία εθνικά ή πατριωτικά.