Πριν 99 χρόνια η Ιταλία σε συνεργασία με τις Μεγάλες Δυνάμεις αποφάσισε
να δημιουργήσει ένα τεχνητό κρατίδιο(Αλβανία) με τον εξής σκοπό: να
εμποδίσει την Ελλάδα να επανέρθει στα φυσικά της σύνορα...
( εντός αυτής και η νότια Ιταλία, Βερόνα- Σικελία, στην οποία
κυριαρχούν ακόμα οι ελληνικές παραδόσεις και η αρχαία ελληνική
διάλεκτος).
Δεν φτάνει που ήθελαν τη δημιουργία αυτού του ανυπάρκτου τεχνητού κρατιδίου, αλλά αφαίρεσαν και από την ελληνική επικράτεια 28 επαρχίες(Κορυτσά, Χιμάρα, Αγίους Σαράντα, Αργυρόκαστρο, Δέλβινο, Πρεμετή, Πόγραδετς, Τεπελένι, Κολωνία, Λεσκοβίκι, Ερσέκα, Μοσχόπολη, Αυλώνα, Απολλωνία).
Οι Ηπειρώτες όμως, δεν άντεξαν αυτή την αδικία, στις 17 Δεκεμβρίου ύστερα από 3 μήνες αποφάσισαν να εφαρμόσουν στην πράξη το άσμα που είχε πει ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης το 1821 « αν λαχταράς την λευτεριά σε ξένους μην ελπίζεις μόνος σου πάρτην αν μπορείς αλλιώς δεν την αξίζεις!!».
Στον τίμιο αγώνα τους, δεν απουσίασε ο ελληνισμός (Μακεδόνες, Πελοποννήσιοι, Κρητικοί, Μεσήνιοι, Αρκάδες, Μανιάτες και από άλλα μέρη της Ελλάδας) και έδωσαν βροντερό παρόν για την ένωση της ιδιαίτερης μας πατρίδας με τον εθνικό της κορμό, τη μητέρα Ελλάδα. Δυστυχώς, τις τελευταίες δεκαετίες, από τα ιστορικά γεγονότα που διδάσκονται στα βιβλία της Ιστορίας, αφαιρέθηκαν τα κείμενα που αναφέρονταν στην Βόρειο Ήπειρο, για να μην δημιουργηθούν εντάσεις ανάμεσα στις σχέσεις των δύο χωρών που ποτέ δεν ήταν καλές.
Η ελληνική κυβέρνηση λοιπόν, υποχρεώθηκε να υποκύψει, δηλώνοντας πως αποδέχεται την υπόθεση αυτή, με τις προϋποθέσεις στο να μπορούν οι κάτοικοι αυτής της αλύτρωτης πατρίδας να ασκούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα όπως και την εκπαίδευση των Βορειοηπειρωτικών αυτών περιοχών.
Στο τέλος του Δεκεμβρίου 1913, ο τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας, Ελευθέριος Βενιζέλος μετά την επιστροφή του στην Αθήνα από το Βουκουρέστι, παρευρέθηκε στην Γενική Συνέλευση των Ηπειρωτών στην οποία του ζητήθηκε να πεί τα αποτελέσματα από τις Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Μέρος της απάντησης του με ιδιαίτερο νόημα είναι η εξής:
« Η σύμφωνος απόφασις της Ευρώπης καταδικάζει το Ελληνικότατον της Ηπείρου τμήμα εις αποκοπήν από της Μεγάλης Πατρίδος (…) »
Την ίδια περίοδο ο ταγματάρχης Σπύρος Σπυρωμήλιος ο σταυραετός της Χιμάρας, μη θέλοντας να παραδώσει την ελληνικότατη αυτή περιοχή στους Αλβανούς, στις 9 Φεβρουαρίου ανακήρυξε την αυτονομία της . Αξίζει να αναφέρω ένα μέρος της το οποίο μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, διότι το μέρος αυτό από τον λόγο του, είναι και θα είναι ένα αιώνιο «γιατί;» Μία κραυγή δυσαρέσκειας που διαπράττεται ακόμα και στις μέρες μας εις βάρος του βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού.
« Δεν ενωνόμαστε με την Ελλάδα; Δεν θα αποτελέσουμε όμως μέρος του Αλβανικού Βασιλείου. Θα μείνουμε ΕΛΛΗΝΕΣ έχοντας την θρησκεία, τα γράμματα και τη γλώσσα των πατέρων μας. (…) Ο Ελληνικός στρατός που πρόκειται να αποχωρήσει θα θεωρείται πάντα ο εθνικός μας στρατός, τον οποίο θα περιμένουμε πάντα ως ελευθερωτή»
Μόνο από αυτές τις λίγες φράσεις φαίνεται ο πατριωτισμός και η προσφορά του ανθρώπου αυτού για την πατρίδα!
Tον Μάρτιο του 1913, κατά τον Α' Βαλκανικό Πόλεμο, ο ελληνικός στρατός, μετά την νίκη στο Μπιζάνι, απελευθέρωσε τα Ιωάννινα. Η Χιμάρα ήταν ήδη υπό ελληνικό έλεγχο από τις 5 Νοεμβρίου 1912, από τον μεγάλο αυτό υπηρέτη του Ελληνικού έθνους. Στο τέλος των Βαλκανικών πολέμων οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις έλεγχαν την περιοχή που μετέπειτα ονομάστηκε Βόρεια Ήπειρος. Την ίδια περίοδο, στις 28 Νοεμβρίου, στην Αυλώνα, ανακηρύχθηκε από τους Αλβανούς η ανεξαρτησία της Αλβανίας, υπό την ευλογία της Ιταλίας και του Βατικανού.
Στις 16 Φεβρουαρίου 1914 σχηματίζεται η προσωρινή κυβέρνηση της Αυτόνομης Πολιτείας Βορείου Ηπείρου με πρόεδρο τον Γεώργιο- Χρηστάκη Ζωγράφο. Παρευρέθηκαν εκπρόσωποι και από τις 28 επαρχίες, συμφώνησαν οι 27 για ανεξαρτησία και αυτονομία. Η μόνη που διαφώνησε ήταν η Χιμάρα στην οποία κατά την ομιλία της βροντοφώναξαν: «Εμείς πολεμήσαμε και δώσαμε την ζωή μας για ένωση με την μητέρα Ελλάδα!» και κατά την αποχώρηση τους από την συνέλευση φώναξαν:« Ένωσις ή θάνατος!» και αποχώρησαν. Έτσι στις 17 Φεβρουαρίου υψώνεται η σημαία της αυτόνομης Βορείου Ηπείρου στο Αργυρόκαστρο. Η στάση της ελληνικής κυβέρνησης σε αυτήν την κίνηση; Δυστυχώς δεν στάθηκε αλλά μάλλον αντιστάθηκε, δίνοντας εντολή στην φρουρά του Αργυροκάστρου έτσι ώστε να μην ανυψωθεί η σημαία!!!
Λίγο αργότερα, 17 Μαΐου 1914 υπογράφθηκε το πρωτόκολλο της Κέρκυρας με το οποίο τερματίστηκαν οι ένοπλες συγκρούσεις και αναγνωρίστηκε η αυτονομία της Βορείου Ηπείρου. Στην ουσία όμως το πρωτόκολλο της Κέρκυρας δεν τέθηκε ποτέ σε εφαρμογή διότι το καλοκαίρι του 1914 κηρύχθηκε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η Ελλάδα να ανακαταλάβει τα εδάφη της Βορείου Ηπείρου. Ήταν φυσικό όμως οι Ιταλοί να ανησυχήσουν με αυτήν την κίνηση και έτσι εκμεταλλεύτηκαν την κήρυξη του πολέμου.
Η συμφωνία που υπογράφθηκε στις 26 Απριλίου 1915 στο Λονδίνου προβλεπόταν η δημιουργία του αυτόνομου αλβανικού κράτους από τους Ιταλούς. Την 10η Αυγούστου 1916, τα ιταλικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν κοντά στους Αγίους Σαράντα . Στις περιοχές της Ηπείρου που κατέλαβαν οι Ιταλοί, ίδρυσαν αλβανικά σχολεία και παρότρυναν τους Ηπειρώτες να στέλνουν τα παιδιά τους σε αυτά και όχι στα ελληνικά! Έτσι με τις ανθελληνικές ενέργειες των Ιταλών, ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός δέχτηκε δοκιμασίες οι οποίες διαρκούν ως τις μέρες μας.
Αρχικά, το Βορειοηπειρωτικό ζήτημα φαινόταν πως σύντομα θα έβρισκε κάποια οριστική λύση, αλλά τελικά απομακρυνόταν μέρα με την μέρα από το παρασκήνιο. Δυστυχώς στα μέσα του 1920 λόγο του αντικεμαλικού αγώνα στην Μικρά Ασία, το Βορειοηπειρωτικό εγκαταλείφθηκε στην τύχη του. Στις 27 Ιουλίου 1920 στην Συνθήκη των Σεβρών δεν συμπεριλήφθη το ζήτημα της Βορείου Ηπείρου. Ακολούθησε και η ήττα του Ελευθέριου Βενιζέλου και η φυγή του στο εξωτερικό διέγραψαν οριστικά τον Βορειοηπειρωτικό Ελληνισμό.
Φτάνοντας σήμερα 98 χρόνια μετά, το ζήτημα της Βορείου Ηπείρου παραμένει ακόμα κλειστό. Όλο και περισσότερες απόπειρες αφανισμού των Βορειοηπειρωτών πράττει η γειτονική μας χώρα, Αλβανία. Ως Βορειοηπειρώτες, δεν είμαστε ενωμένοι όπως θα έπρεπε.
Όσο περνάει ο καιρός όλο και περισσότεροι δηλώνουν απών είτε από συγκεντρώσεις που γίνεται για την ανασυγκρότηση μας, είτε γενικότερα από την όλη κατάσταση στην πατρίδα μας. Τι θα μπορούσαμε να κάνουμε λοιπόν; Η άσκηση πιέσεων μέσω διεθνών οργανισμών θα ήταν μια πολύ καλή λύση, και με την πάροδο του χρόνου και τη συνεχή πίεση, θα τους οδηγήσουν στο να συμμορφωθούν με τους κανόνες για το Διεθνές Δίκαιο. Δεν είναι πολύς καιρός που πέρασε από την αυτονόμηση του Κοσσυφοπεδίου. Γιατί το πέτυχαν;
Ο πληθυσμός λοιπόν κινητοποιήθηκε και έκανε γνωστό το ''πρόβλημα'' του! Είναι ώρα να ξυπνήσουν επιτέλους αυτοί που ψηφίζουμε. Ο Ελληνισμός δεν αντέχει άλλη συρρίκνωση. Μέσα σε ενενήντα χρόνια έχουμε χάσει ένα πολύ μεγάλο μέρος του ελληνικού πληθυσμού, περισσότερο και από εκείνο της τουρκοκρατίας. Πρέπει λοιπόν να απευθυνθούμε στον ΟΗΕ και να ζητήσουμε την εφαρμογή των Συνθηκών, στους διεθνής οργανισμούς ανθρωπίνων δικαιωμάτων και προπάντων στην αλβανική κυβέρνηση, προς την οποία έχουμε πολλά να πιέσουμε.
Εάν μία μειονότητα αποφασίσει να αγωνιστεί δυναμικά, τότε θα γίνει γνωστή και θα μπορεί να αγωνίζεται με την πιθανότητα της επιτυχίας. Εάν όμως παραμείνει σε μία ειρηνική κατάσταση τότε το μόνο που θα καταφέρει είναι να αφανιστεί!
Δεν φτάνει που ήθελαν τη δημιουργία αυτού του ανυπάρκτου τεχνητού κρατιδίου, αλλά αφαίρεσαν και από την ελληνική επικράτεια 28 επαρχίες(Κορυτσά, Χιμάρα, Αγίους Σαράντα, Αργυρόκαστρο, Δέλβινο, Πρεμετή, Πόγραδετς, Τεπελένι, Κολωνία, Λεσκοβίκι, Ερσέκα, Μοσχόπολη, Αυλώνα, Απολλωνία).
Οι Ηπειρώτες όμως, δεν άντεξαν αυτή την αδικία, στις 17 Δεκεμβρίου ύστερα από 3 μήνες αποφάσισαν να εφαρμόσουν στην πράξη το άσμα που είχε πει ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης το 1821 « αν λαχταράς την λευτεριά σε ξένους μην ελπίζεις μόνος σου πάρτην αν μπορείς αλλιώς δεν την αξίζεις!!».
Στον τίμιο αγώνα τους, δεν απουσίασε ο ελληνισμός (Μακεδόνες, Πελοποννήσιοι, Κρητικοί, Μεσήνιοι, Αρκάδες, Μανιάτες και από άλλα μέρη της Ελλάδας) και έδωσαν βροντερό παρόν για την ένωση της ιδιαίτερης μας πατρίδας με τον εθνικό της κορμό, τη μητέρα Ελλάδα. Δυστυχώς, τις τελευταίες δεκαετίες, από τα ιστορικά γεγονότα που διδάσκονται στα βιβλία της Ιστορίας, αφαιρέθηκαν τα κείμενα που αναφέρονταν στην Βόρειο Ήπειρο, για να μην δημιουργηθούν εντάσεις ανάμεσα στις σχέσεις των δύο χωρών που ποτέ δεν ήταν καλές.
Η ελληνική κυβέρνηση λοιπόν, υποχρεώθηκε να υποκύψει, δηλώνοντας πως αποδέχεται την υπόθεση αυτή, με τις προϋποθέσεις στο να μπορούν οι κάτοικοι αυτής της αλύτρωτης πατρίδας να ασκούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα όπως και την εκπαίδευση των Βορειοηπειρωτικών αυτών περιοχών.
Στο τέλος του Δεκεμβρίου 1913, ο τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας, Ελευθέριος Βενιζέλος μετά την επιστροφή του στην Αθήνα από το Βουκουρέστι, παρευρέθηκε στην Γενική Συνέλευση των Ηπειρωτών στην οποία του ζητήθηκε να πεί τα αποτελέσματα από τις Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Μέρος της απάντησης του με ιδιαίτερο νόημα είναι η εξής:
« Η σύμφωνος απόφασις της Ευρώπης καταδικάζει το Ελληνικότατον της Ηπείρου τμήμα εις αποκοπήν από της Μεγάλης Πατρίδος (…) »
Την ίδια περίοδο ο ταγματάρχης Σπύρος Σπυρωμήλιος ο σταυραετός της Χιμάρας, μη θέλοντας να παραδώσει την ελληνικότατη αυτή περιοχή στους Αλβανούς, στις 9 Φεβρουαρίου ανακήρυξε την αυτονομία της . Αξίζει να αναφέρω ένα μέρος της το οποίο μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, διότι το μέρος αυτό από τον λόγο του, είναι και θα είναι ένα αιώνιο «γιατί;» Μία κραυγή δυσαρέσκειας που διαπράττεται ακόμα και στις μέρες μας εις βάρος του βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού.
« Δεν ενωνόμαστε με την Ελλάδα; Δεν θα αποτελέσουμε όμως μέρος του Αλβανικού Βασιλείου. Θα μείνουμε ΕΛΛΗΝΕΣ έχοντας την θρησκεία, τα γράμματα και τη γλώσσα των πατέρων μας. (…) Ο Ελληνικός στρατός που πρόκειται να αποχωρήσει θα θεωρείται πάντα ο εθνικός μας στρατός, τον οποίο θα περιμένουμε πάντα ως ελευθερωτή»
Μόνο από αυτές τις λίγες φράσεις φαίνεται ο πατριωτισμός και η προσφορά του ανθρώπου αυτού για την πατρίδα!
Tον Μάρτιο του 1913, κατά τον Α' Βαλκανικό Πόλεμο, ο ελληνικός στρατός, μετά την νίκη στο Μπιζάνι, απελευθέρωσε τα Ιωάννινα. Η Χιμάρα ήταν ήδη υπό ελληνικό έλεγχο από τις 5 Νοεμβρίου 1912, από τον μεγάλο αυτό υπηρέτη του Ελληνικού έθνους. Στο τέλος των Βαλκανικών πολέμων οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις έλεγχαν την περιοχή που μετέπειτα ονομάστηκε Βόρεια Ήπειρος. Την ίδια περίοδο, στις 28 Νοεμβρίου, στην Αυλώνα, ανακηρύχθηκε από τους Αλβανούς η ανεξαρτησία της Αλβανίας, υπό την ευλογία της Ιταλίας και του Βατικανού.
Στις 16 Φεβρουαρίου 1914 σχηματίζεται η προσωρινή κυβέρνηση της Αυτόνομης Πολιτείας Βορείου Ηπείρου με πρόεδρο τον Γεώργιο- Χρηστάκη Ζωγράφο. Παρευρέθηκαν εκπρόσωποι και από τις 28 επαρχίες, συμφώνησαν οι 27 για ανεξαρτησία και αυτονομία. Η μόνη που διαφώνησε ήταν η Χιμάρα στην οποία κατά την ομιλία της βροντοφώναξαν: «Εμείς πολεμήσαμε και δώσαμε την ζωή μας για ένωση με την μητέρα Ελλάδα!» και κατά την αποχώρηση τους από την συνέλευση φώναξαν:« Ένωσις ή θάνατος!» και αποχώρησαν. Έτσι στις 17 Φεβρουαρίου υψώνεται η σημαία της αυτόνομης Βορείου Ηπείρου στο Αργυρόκαστρο. Η στάση της ελληνικής κυβέρνησης σε αυτήν την κίνηση; Δυστυχώς δεν στάθηκε αλλά μάλλον αντιστάθηκε, δίνοντας εντολή στην φρουρά του Αργυροκάστρου έτσι ώστε να μην ανυψωθεί η σημαία!!!
Λίγο αργότερα, 17 Μαΐου 1914 υπογράφθηκε το πρωτόκολλο της Κέρκυρας με το οποίο τερματίστηκαν οι ένοπλες συγκρούσεις και αναγνωρίστηκε η αυτονομία της Βορείου Ηπείρου. Στην ουσία όμως το πρωτόκολλο της Κέρκυρας δεν τέθηκε ποτέ σε εφαρμογή διότι το καλοκαίρι του 1914 κηρύχθηκε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η Ελλάδα να ανακαταλάβει τα εδάφη της Βορείου Ηπείρου. Ήταν φυσικό όμως οι Ιταλοί να ανησυχήσουν με αυτήν την κίνηση και έτσι εκμεταλλεύτηκαν την κήρυξη του πολέμου.
Η συμφωνία που υπογράφθηκε στις 26 Απριλίου 1915 στο Λονδίνου προβλεπόταν η δημιουργία του αυτόνομου αλβανικού κράτους από τους Ιταλούς. Την 10η Αυγούστου 1916, τα ιταλικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν κοντά στους Αγίους Σαράντα . Στις περιοχές της Ηπείρου που κατέλαβαν οι Ιταλοί, ίδρυσαν αλβανικά σχολεία και παρότρυναν τους Ηπειρώτες να στέλνουν τα παιδιά τους σε αυτά και όχι στα ελληνικά! Έτσι με τις ανθελληνικές ενέργειες των Ιταλών, ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός δέχτηκε δοκιμασίες οι οποίες διαρκούν ως τις μέρες μας.
Αρχικά, το Βορειοηπειρωτικό ζήτημα φαινόταν πως σύντομα θα έβρισκε κάποια οριστική λύση, αλλά τελικά απομακρυνόταν μέρα με την μέρα από το παρασκήνιο. Δυστυχώς στα μέσα του 1920 λόγο του αντικεμαλικού αγώνα στην Μικρά Ασία, το Βορειοηπειρωτικό εγκαταλείφθηκε στην τύχη του. Στις 27 Ιουλίου 1920 στην Συνθήκη των Σεβρών δεν συμπεριλήφθη το ζήτημα της Βορείου Ηπείρου. Ακολούθησε και η ήττα του Ελευθέριου Βενιζέλου και η φυγή του στο εξωτερικό διέγραψαν οριστικά τον Βορειοηπειρωτικό Ελληνισμό.
Φτάνοντας σήμερα 98 χρόνια μετά, το ζήτημα της Βορείου Ηπείρου παραμένει ακόμα κλειστό. Όλο και περισσότερες απόπειρες αφανισμού των Βορειοηπειρωτών πράττει η γειτονική μας χώρα, Αλβανία. Ως Βορειοηπειρώτες, δεν είμαστε ενωμένοι όπως θα έπρεπε.
Όσο περνάει ο καιρός όλο και περισσότεροι δηλώνουν απών είτε από συγκεντρώσεις που γίνεται για την ανασυγκρότηση μας, είτε γενικότερα από την όλη κατάσταση στην πατρίδα μας. Τι θα μπορούσαμε να κάνουμε λοιπόν; Η άσκηση πιέσεων μέσω διεθνών οργανισμών θα ήταν μια πολύ καλή λύση, και με την πάροδο του χρόνου και τη συνεχή πίεση, θα τους οδηγήσουν στο να συμμορφωθούν με τους κανόνες για το Διεθνές Δίκαιο. Δεν είναι πολύς καιρός που πέρασε από την αυτονόμηση του Κοσσυφοπεδίου. Γιατί το πέτυχαν;
Ο πληθυσμός λοιπόν κινητοποιήθηκε και έκανε γνωστό το ''πρόβλημα'' του! Είναι ώρα να ξυπνήσουν επιτέλους αυτοί που ψηφίζουμε. Ο Ελληνισμός δεν αντέχει άλλη συρρίκνωση. Μέσα σε ενενήντα χρόνια έχουμε χάσει ένα πολύ μεγάλο μέρος του ελληνικού πληθυσμού, περισσότερο και από εκείνο της τουρκοκρατίας. Πρέπει λοιπόν να απευθυνθούμε στον ΟΗΕ και να ζητήσουμε την εφαρμογή των Συνθηκών, στους διεθνής οργανισμούς ανθρωπίνων δικαιωμάτων και προπάντων στην αλβανική κυβέρνηση, προς την οποία έχουμε πολλά να πιέσουμε.
Εάν μία μειονότητα αποφασίσει να αγωνιστεί δυναμικά, τότε θα γίνει γνωστή και θα μπορεί να αγωνίζεται με την πιθανότητα της επιτυχίας. Εάν όμως παραμείνει σε μία ειρηνική κατάσταση τότε το μόνο που θα καταφέρει είναι να αφανιστεί!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου